«Το αίτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εν όψει του αδιέξοδου που έχει οδηγηθεί η ελληνική αγορά ηλεκτρισμού», σημειώναμε τότε, «δεν είναι παράλογο ούτε ανεδαφικό. Ουσιαστικά αποτελεί τον πλέον πρακτικό και αποτελεσματικό τρόπο για την δημιουργία αληθινού ανταγωνισμού και όχι του εικονικού, όπως εμφανίζεται σήμερα στο ταμπλό του ΔΕΣΜΗΕ».
Προηγουμένως η Κομισιόν είχε διαμηνύσει στην κυβέρνηση με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι η μεταβατική περίοδος είχε οριστικά παρέλθει (αφού κουτοπόνηρα η ΔΕΗ και κυβερνήσεις καταχράστηκαν μία περίοδο 10 ετών!) με την αγορά να παραμένει ερμητικά κλειστή σε νέους παίκτες. Ενώ με την ανοχή και κάλυψη της πολιτείας η Οριακή Τιμή Συστήματος (Ο.Τ.Σ.) χειραγωγείτο ανεμπόδιστα και συστηματικά εδώ και χρόνια από τη ΔΕΗ, η οποία εκμεταλλεύθηκε στο έπακρον τη δεσπόζουσα θέση της.
Ο προτεινόμενες τότε και μέχρι τον Μάιο εφέτος, από την κυβέρνηση, παρεμβάσεις, δεν έπεισαν τις Βρυξέλλες (βλέπε ανταλλαγή ισχύος, swaps) αφού ήτο ολοφάνερο ότι αυτές απέβλεπαν στην διατήρηση του σημερινού status quo, και όχι άδικα παρομοιάσθηκαν από τους εκπροσώπους της Κομισιόν με «τσιρότα», ανίκανα να θεραπεύσουν τη βαριά ασθένεια, που δεν είναι άλλη από την έλλειψη διαφάνειας, ισότιμης πρόσβασης στο δίκτυο για όλους τους παίκτες και δημιουργίας στοιχειωδών όρων ανταγωνισμού. «Εδώ που φθάσαμε», σύμφωνα με το πόρισμα της Κομισιόν, «η λύση δεν μπορεί να είναι άλλη από ένα shock treatment με την πώληση ενός μέρους των λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων της ΔΕΗ μέσω ανοικτών πλειοδοτικών διαγωνισμών.»
Η πώληση λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων της ΔΕΗ, σε ποσοστό 40% της εγκατεστημένης ισχύος της, όπως απαιτούσε η Κομισιόν, αναπόφευκτα θα οδηγούσε στο σπάσιμο της ΔΕΗ κατά το πρότυπο της Ιταλικής ENELόταν πριν από πέντε περίπου χρόνια έπραξε αυτό ακριβώς, αφήνοντας χώρο για τους ανταγωνιστές της στην εγχώρια αγορά ενώ αυτή ως επιχείρηση άρχισε να δραστηριοποιείται εκτός Ιταλίας ανακτώντας σχετικά γρήγορα την ισχύ που απώλεσε. Ασχέτως εάν η σημερινή ΔΕΗ πρέπει να πωλήσει ένα τόσο μεγάλο τμήμα της εγκατεστημένης ισχύος της ή να αποχωρισθεί ένα μικρότερο μέρος της, η βασική συλλογιστική δεν αλλάζει.
Όπως αναφέραμε και στο περσινό σχόλιο μας με το σπάσιμο της ΔΕΗ επιτυγχάνονται τρία πράγματα ταυτόχρονα. Πρώτον, οι εν δυνάμει ανταγωνιστές της ΔΕΗ αποκτούν πρόσβαση σε ίδιου παραγωγικού κόστους μονάδες, πράγμα που θα επιτρέπει την πρόσβασή τους στη χονδρεμπορική αγορά επί ίσοις όροις. Δεύτερον, με τη μαζική αύξηση παραγωγής και διάθεσης ηλεκτρικής ενέργειας από επιχειρηματικά σχήματα εκτός ΔΕΗ (δηλαδή άνω του 30%) παύει να ισχύει αυτομάτως το προνόμιο του κράτους όπως ορίζει αυτό τα οικιακά και εμπορικά τιμολόγια και άρα απελευθερώνεται πλήρως η αγορά, όπως έπρεπε να έχει ήδη γίνει από καιρό, και σε επίπεδο οικιακού καταναλωτή. Τρίτον, έσοδα από την πώληση παγίων της ΔΕΗ όχι μόνο θα ενισχύσουν τα οικονομικά της Επιχείρησης, η οποία υπό το βάρος ενός δυσθεώρητου χρέους 4,0 δισεκατομμυρίων ευρώ αντιμετωπίζει ήδη σοβαρό πρόβλημα για την εξυπηρέτησή του, αλλά επιπλέον θα συνεισφέρουν αποφασιστικά στην προώθηση του επενδυτικού της προγράμματος και την ανανέωση της υποδομής της. Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η πώληση παγίων της ΔΕΗ δεν σημαίνει απαραίτητα την ιδιωτικοποίησή της, καθώς δεν αλλάζει η μετοχική σύνθεση, ενώ τα έσοδα από την πώληση μονάδων θα εισρεύσουν στα δικά της ταμεία και όχι στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για την πραγματοποίηση των τολμηρών και πολύ αξιόλογων επενδυτικών σχεδίων της ΔΕΗ για μεγάλης κλίμακας μονάδες ΑΠΕ.
Ακόμα, ένα μέρος των εσόδων της ΔΕΗ από την πώληση μονάδων της, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για επενδύσεις εκτός Ελλάδος ιδιαίτερα στην πολλά υποσχόμενη (ακόμα) αγορά ηλεκτρισμού των Δυτικών Βαλκανίων. Με ένα καλά σχεδιασμένο επενδυτικό πρόγραμμα η ΔΕΗ μπορεί σχετικά σύντομα να επανακτήσει την εγκατεστημένη ισχύ που θα απολέσει αποκτώντας σύγχρονες και με υψηλή αποδοτικότητα μονάδες.
Όταν δε επαναλάβαμε λίγο πολύ τις ανωτέρω θέσεις, την ίδια χρονική περίοδο, τόσο μέσω αρθρογραφίας μας στις εφημερίδες Ημερησία (7/8) και τα ΝΕΑ (7/8) όσο και σε δύο εκπομπές του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΙ, η διοίκηση της ΔΕΗ έσπευσε όχι μόνο να μας επιπλήξει σφόδρα μέσω επιστολής της, δια του Δ/ντή Επικοινωνίας της στις 9/8/2010 - διότι τολμήσαμε να εκφέρουμε απόψεις αντίθετες από αυτές της Διοίκησης - αλλά και να μας «τιμωρήσει» ακυρώνοντας την διαφημιστική της προβολή στο Energia. Gr, η λειτουργία του οποίου εξαρτάται αποκλειστικά από διαφημίσεις και χορηγίες. Ακόμη η ΔΕΗ σταμάτησε την υποστήριξη της προς το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ), με το οποίο ως γνωστό το Energia. Gr έχει στενή συνεργασία, διακόπτοντας την ετήσια συνδρομή της στο Ινστιτούτο.
Όμως 12 μήνες μετά την οργισμένη και αψυχολόγητη αυτή αντίδραση της ΔΕΗ οι θέσεις μας επιβεβαιώνονται περίτρανα αφού:
(α) η Κομισιόν απέρριψε πλήρως τις προτάσεις της διοίκησης της ΔΕΗ περί ανταλλαγής ισχύος, αφού προηγουμένως πραγματοποίησε πανευρωπαϊκή δημόσια διαβούλευση επί του θέματος.
(β) η ίδια η κυβέρνηση δια στόματος του Υπουργού ΠΕΚΑ κ. Γιώργου Παπακωνσταντίνου έχει ταχθεί πλέον ανοικτά υπέρ της πώλησης μονάδων της ΔΕΗ και άνοιγμα νέων λιγνιτικών κοιτασμάτων και την εκμετάλλευση τους από ανεξάρτητους παραγωγούς και επιχειρηματίες.
Εν κατακλείδι θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι το σπάσιμο της ΔΕΗ με την εκχώρηση μέρους της παραγωγικής της ισχύος δεν αποτελεί κάτι το καινοφανές σε Ευρωπαϊκό επίπεδο ούτε περιορίζεται στην περίπτωση της Ελλάδος. Αποτελεί μία καλά εδραιωμένη Ευρωπαϊκή στρατηγική που αποβλέπει στην δημιουργία ανταγωνισμού και την εδραίωση της εσωτερικής αγοράς. Για αυτό όχι μόνο εταιρείες παραγωγής ενέργειας αλλά ακόμη και σχήματα επιστημονικής έρευνας και προώθησης ευρωπαϊκών πολιτικών, υποχρεούνται να δραστηριοποιούνται επενδυτικά σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να συμμετέχουν σε Ευρωπαϊκά κοινοπρακτικά σχήματα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου